Βιοκαύσιμα: Ο Αρμαγεδδών του υποσιτισμού…
Η ενεργειακή-περιβαλλοντική πρόκληση των βιοκαυσίμων και των ενεργειακών φυτών, που κατακτά συνεχώς έδαφος την τελευταία δεκαετία σε πολλές χώρες και του λεγόμενου δυτικού κόσμου, φαίνεται να δημιουργεί πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από εκείνα που καλείται να επιλύσει. Προτού επέλθει ο «Αρμαγεδδών» των κλιματικών αλλαγών ως συνέπεια του φαινομένου του θερμοκηπίου και της υπερθέρμανσης του πλανήτη, είναι προ των πυλών ο Αρμαγεδδών του υποσιτισμού. Ήδη η υφήλιος έχει εισέλθει σε έναν κύκλο αδυναμίας κάλυψης των διατροφικών της αναγκών, επιχειρώντας να καλύψει ταυτόχρονα και τις ενεργειακές της ανάγκες, με λανθασμένο ωστόσο τρόπο.
Τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της μεγάλης ξηρασίας στον πλανήτη και ιδιαίτερα στη Μεσόγειο και της ολοένα αυξανόμενης ζήτησης των δημητριακών για την κάλυψη των αναγκών της βιοαιθανόλης, σε συνδυασμό με τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες της Κίνας και της Ινδίας, δημιουργήθηκε ένα «μπουμ» στις διεθνείς τιμές των σιτηρών. Αποτέλεσμα αυτού ήταν για πρώτη φορά μετά την «πράσινη επανάσταση» η Ε.Ε να αλλάξει πολιτική και να αναγκαστεί να εστιάσει στη λεγόμενη «σιτάρκεια» εγκαταλείποντας τη φιλοσοφία της νέας ΚΑΠ για αγρανάπαυση των γαιών. Να υπενθυμίσουμε ότι η σιτάρκεια αποτελούσε ζητούμενο για την ελληνική επικράτεια από την εποχή του Τρικούπη, του Βενιζέλου και του Πλαστήρα!
Η εκρηκτική άνοδος στις τιμές των σιτηρών την προηγούμενη διετία λόγω και του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και του καλαμποκιού προκάλεσε ωστόσο σημαντικές παρενέργειες στην κτηνοτροφία, με τις ζωοτροφές να φτάνουν σε απαγορευτικά επίπεδα, αλλά και σε μια σειρά άλλους κλάδους, ανοίγοντας ακόμη περισσότερο την ψαλίδα μεταξύ πλούσιων και φτωχών του πλανήτη. Μαζί με τα δημητριακά είχαμε άνοδο τιμών σε γαλακτομικά, τυροκομικά, κρέας και φυτικά έλαια, ενώ η μεγιστοποίηση της παραγωγής βιοκαυσίμων δεν επέφερε πτώση στις τιμές των υγρών καυσίμων- το αντίθετο μάλιστα, είχαμε έκρηξη στις τιμές του αργού.
Είναι ενδεικτικό ότι στο Μεξικό, όπου εθνικό φαγητό είναι τα τορτίγιας (το ψωμί των Μεξικανών), που έχουν ως βάση το καλαμπόκι, το οποίο απορροφάται πλέον σχεδόν εξ ολοκλήρου από τα 1.400 εργοστάσια βιοαιθανόλης των ΗΠΑ, η τιμή τους τριπλασιάστηκε μέσα σε έναν χρόνο. Ετσι από το μισό έφτασε στο ενάμισι δολάριο, όταν το μέσο μεροκάματο του μεξικανού εργάτη είναι 5 δολάρια.
Σύμφωνα με τον βρετανό βιολόγο και ερευνητή Τζέιμς Λάβλοκ, για να καλυφθεί από βιοκαύσιμα (βιοντίζελ και βιοαιθανόλη) μόνο το 30% της παγκόσμιας καταναλισκόμενης ενέργειας που αντιστοιχεί στην κίνηση (ΙΧ, τρένων, αεροπλάνων, πλοίων κτλ.) απαιτείται ισοδύναμη έκταση για την καλλιέργεια ενεργειακών φυτών ίση με πέντε πλανήτες Γη, όταν για τη διατροφή αρκούσε ως πρόσφατα μόνος του ο πλανήτης. Η λύση είναι να αντικατασταθούν τα αμυλούχα προϊόντα (σιτηρά), το καλαμπόκι και το ζαχαροκάλαμο, που αποτελούν σήμερα την πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοαιθανόλης, με δευτερογενή υπολείμματα και βιομάζα. Ενώ και τα ενεργειακά φυτά για την παραγωγή βιοντίζελ θα έπρεπε να αποτελούν λύση μόνο για υποβαθμισμένες γαίες χαμηλής παραγωγικότητας.
Να θυμίσουμε το αποτυχημένο εγχείρημα της παραγωγής βιοαιθανόλης στο ζαχαρουργείο της Λάρισας, την διετ΄-ια 2006-2008 που τελικά κατέληξε σε φιάσκο , ενώ το εργοστάσιο Ζάχαρης έγινε κουφάρι για σκραπ, ενώ φέτος έχει εκτοξευθεί η τιμή της ζάχαρης παγκοσμίως, την οποία πλέον η Ελλάδα εισάγει κυρίως από τη Σερβία...
▅ Στη χώρα μας λόγω του μικρού κλήρου δεν μπορεί να εφαρμοστεί το μοντέλο της εκτατικής γεωργίας, όπως στις ΗΠΑ ή στη Βραζιλία.
▅ Η παραγωγή αιθανόλης από σπόρους δημητριακών ή ζαχαροκάλαμου δεν μπορεί να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση για βιοαιθανόλη. Απαιτείται λοιπόν χρήση υποστρωμάτων που θα χαρακτηρίζονται από χαμηλό κόστος και διαθεσιμότητα σε αφθονία.
Στη Θεσσαλία, π.χ., υπήρξε μεγάλη στροφή την τελευταία 20ετία λόγω και του υψηλού κόστους αρδευτικού νερού από το βαμβάκι στα σιτηρά . Τις καλαμιές από τα σιτηρά οι αγρότες συνηθίζουν κάθε καλοκαίρι να τις καίνε δημιουργώντας επιπρόσθετα περιβαλλοντικά προβλήματα. Θα μπορούσαν όμως να αποτελέσουν άφθονη φτηνή πρώτη ύλη για την παρασκευή αιθανόλης από βιομάζα (υψηλή σε περιεκτικότητα κυτταρίνης και ημικυτταρίνης) και έτσι να έχουν ένα πρόσθετο εισόδημα και οι αγρότες αφήνοντας θετικό ισοδύναμο στο περιβάλλον.