Σκληρό σιτάρι: Οι εύθραυστες ισορροπίες και ο νέος «Καναδάς στο κατώφλι της Ευρώπης» που αλλάζει τα δεδομένα

16.04.2024 | 13:10
Αγροτικά Νέα
Σκληρό σιτάρι: Οι εύθραυστες ισορροπίες και ο νέος «Καναδάς στο κατώφλι της Ευρώπης» που αλλάζει τα δεδομένα

Ο καιρός που αναδεικνύεται φέτος σε «παράγοντα Χ» και ο «Καναδάς στο κατώφλι της Ευρώπης» που αλλάζει τα δεδομένα

Ησυχία επικρατεί στην αγορά του σκληρού σιταριού, με την προσοχή όλων των εμπλεκόμενων να είναι στραμμένη στην καινούργια σοδειά, η οποία βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο.

Διόλου τυχαία, εδώ και λίγες εβδομάδες, στελέχη του κλάδου κάνουν λόγο για «weather market», υπογραμμίζοντας το πόσο ευαίσθητη είναι στην παρούσα φάση η αγορά στις μεταβολές του καιρού. Όπως έγραψε στο προηγούμενο φύλλο η «ΥΧ», στις τάξεις των παραγωγών υπάρχει έντονος προβληματισμός για τις ξηροθερμικές συνθήκες των τελευταίων εβδομάδων, οι οποίες έρχονται να προστεθούν σε έναν ήπιο χειμώνα.

Όπως αναφέρει στην «ΥΧ» επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στο εμπόριο σιτηρών, ειδικά στις πιο πρώιμες παραγωγικές ζώνες της χώρας, η κατάσταση είναι πλέον οριακή και εφόσον η ανομβρία συνεχιστεί την επόμενη εβδομάδα, η ζημιά στις αποδόσεις ενδεχομένως να είναι μη αναστρέψιμη.

Βεβαίως, στη θέση αυτή δεν βρίσκεται μόνο η Ελλάδα. Παρόμοιο πρόβλημα αντιμετωπίζει η Κεντρική και η Νότια Ιταλία, ενώ από… χίλια κύματα έχει περάσει φέτος η καλλιέργεια και στη Βόρεια Αφρική, όπου πάντως η εικόνα διαφέρει από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, στην Τυνησία, τα σιτάρια δείχνουν εσχάτως να έχουν ανακάμψει, στην Αλγερία, η εικόνα στο ανατολικό και στο κεντρικό κομμάτι της χώρας, όπου βρίσκεται πάνω από το 60% των συνολικών εκτάσεων, είναι επίσης καλύτερη ενώ, αντίθετα, στο Μαρόκο, το μεγαλύτερο μέρος των στρεμμάτων βρίσκεται σε παρόμοια ή χειρότερη κατάσταση από πέρυσι, που η παραγωγή είχε δεχτεί ισχυρό πλήγμα από την ξηρασία.

Αυξημένη η παγκόσμια παραγωγή, επιστρέφει στο προσκήνιο η Ισπανία

Ακόμα κι έτσι, πάντως, οι πλέον συντηρητικές εκτιμήσεις τοποθετούν τη συνολική παραγωγή της Β. Αφρικής ελαφρώς πάνω από πέρυσι, ήτοι πολύ κοντά στους 4 εκατ. τόνους, ενώ πιο αισιόδοξη εμφανίζεται η Richardson, που ανεβάζει τον πήχη στους 4,2 εκατ. τόνους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του γνωστού εμπορικού οίκου, η παγκόσμια παραγωγή σκληρού σιταριού για τη σεζόν 2024/25 αναμένεται να ανέλθει σε 35,2 εκατ. τόνους, αυξημένη κατά 3,4% σε σχέση με πέρυσι.

Η πρόβλεψη αυτή ενσωματώνει, αφενός την επιστροφή στο προσκήνιο της Ισπανίας, η παραγωγή της οποίας αναμένεται φέτος να ανακάμψει από τα περσινά χαμηλά, αφετέρου την παραμονή σε αυτό της Τουρκίας, η οποία, όπως όλα δείχνουν, ήρθε για να μείνει στον χάρτη των παγκόσμιων εξαγωγών. Σε ό,τι αφορά στην ιβηρική χώρα, η σοδειά της εκτιμάται από τη Richardson ότι μπορεί να φτάσει φέτος τους 800.000 τόνους, ποσότητα υπερδιπλάσια των 300.000 τόνων του 2023, ενώ άλλες προβλέψεις ανεβάζουν το τονάζ της Ισπανίας έως τους 1,3 εκατ. τόνους, εκ των οποίων οι 500.000 θα είναι διαθέσιμοι για εξαγωγή.

Εδραιώνεται η Τουρκία

Η Τουρκία φαίνεται ότι βαδίζει προς μια σοδειά κοντά στους 4,7 εκατ. τόνους, η οποία την καθιστά, για άλλη μια χρονιά, όχι μόνο τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό, αλλά, εκτός απροόπτου, και τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπενθυμίζεται ότι φέτος οι εξαγωγές της γειτονικής χώρας ανήλθαν σε 1,5 εκατ. τόνους και την ερχόμενη εμπορική σεζόν δύσκολα θα πέσουν κάτω από το 1 εκατ. ευρώ.

Σε πρόσφατο ρεπορτάζ του Reuters, ο Aykut Goymen, προέδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ζυμαρικών της Τουρκίας, σημείωνε ότι «μπαίνοντας στην παγκόσμια αγορά ως εξαγωγέας, [η Τουρκία] άλλαξε το παιχνίδι» και συμπλήρωνε ότι δεν πρόκειται για μια συγκυριακή εξέλιξη, αλλά, αντίθετα, η χώρα «είναι σε θέση να παραμείνει ένας μεγάλος εξαγωγέας και τα επόμενα χρόνια». Σύμφωνα με το πρακτορείο, οι ελκυστικές τιμές για τους αγρότες, συμπεριλαμβανομένης μιας αύξησης της τάξης του 30% στην τιμή που τους πληρώνει ο κρατικός οργανισμός σιτηρών, καθώς και σημαντικές επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια στην άρδευση οδήγησαν στην κατακόρυφη αύξηση των σπαρμένων εκτάσεων, αλλά και των αποδόσεων. Εξάλλου, η υποτίμηση της τουρκικής λίρας έκανε το τουρκικό σκληρό σιτάρι πιο ανταγωνιστικό στην παγκόσμια αγορά.

Τον ρόλο τους έπαιξαν, επίσης, η αύξηση της αποθηκευτικής δυναμικότητας τα τελευταία χρόνια, μέσω στοχευμένων επενδύσεων, αλλά και η μείωση της εγχώριας ζήτησης, καθώς οι τουρκικές βιομηχανίες ζυμαρικών –που απευθύνονται κατά βάση στις αγορές της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής– αντικατέστησαν μέρος του σκληρού σιταριού με –κατά πολύ φθηνότερο– μαλακό.

Με την κατανάλωση, λοιπόν, από τους ντόπιους μύλους και τις βιομηχανίες να υπολογίζεται στους 3 εκατ. τόνους, η χώρα βρέθηκε φέτος με ένα πλεόνασμα της τάξης των 1,5 εκατ. τόνων το οποίο μπορούσε να διαθέσει με ιδιαίτερα ανταγωνιστικούς όρους στην παγκόσμια αγορά.

Σε μια συγκυρία που η παραγωγή του Καναδά υποχώρησε, λόγω ξηρασίας, στους 4,2 εκατ. τόνους, το περίσσευμα αυτό ήρθε ως μάννα εξ ουρανού για τους Ιταλούς αγοραστές, πόσω μάλλον που επρόκειτο για προϊόν υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών. Δύο επιπλέον εναλλακτικές ήρθαν να προσφέρουν η Ρωσία και το Καζακστάν. Ωστόσο, καθώς οι Βρυξέλλες προχωρούν στην επιβολή δασμού στις εισαγωγές από τη Μόσχα, είναι πολύ πιθανό η εξάρτηση της Ευρώπης από το τούρκικο σκληρό να αυξηθεί την επόμενη εμπορική σεζόν.

Σε κάθε περίπτωση, και με το βλέμμα στο εγγύς μέλλον, δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι το τρίγωνο «Τουρκίας, Ρωσίας και Καζακστάν» συνιστά έναν «Καναδά στο κατώφλι της Ευρώπης», όπως σχολίασε στο ρεπορτάζ του Reuters ο αναλυτής της Argus Media, Alexandre Marie. Στο τέλος του Μαρτίου και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Κομισιόν, οι τρεις χώρες είχαν αθροιστικά μερίδιο 72,6% στο σύνολο των εισαγωγών της ΕΕ, με την Τουρκία να βρίσκεται στην πρώτη θέση με 33,4% και την Ρωσία να ακολουθεί με 21%, λίγο πάνω από τον Καναδά, που έφτανε το 20,8%, όταν το ίδιο διάστημα πέρυσι «έπιανε» το 68,6%. Το Καζακστάν ήταν στην τέταρτη θέση, με μερίδιο 18,2%.

Στο μεταξύ, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι τελευταίες επίσημες προβλέψεις μιλούν για μία αύξηση της τάξης του 8,8% στις εκτάσεις του Καναδά και των ΗΠΑ, που αθροιστικά εκτιμώνται σε 32,9 εκατ. στρέμματα. Εφόσον η πρόβλεψη επαληθευτεί, θα πρόκειται για υψηλό 16ετίας, ενώ η παραγωγή και για τις δύο χώρες θα μπορούσε να ξεπεράσει τους 7,6 εκατ. τόνους, ούσα η μεγαλύτερη των τελευταίων τεσσάρων ετών και περίπου 1 εκατ. τόνους πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας.

Αμετάβλητη η Φότζια, 30 ευρώ κάτω ο νέος διαγωνισμός της Τυνησίας

Στην ελληνική αγορά τις τελευταίες μέρες φορτώνονται καράβια που είχαν δρομολογηθεί το προηγούμενο διάστημα, ωστόσο δεν υπάρχει διάθεση για νέες εξαγωγικές συμφωνίες, ιδίως από την πλευρά των πωλητών. Οι τελευταίες δουλειές έγιναν κάτω από τα 300 ευρώ/τόνο FOB.

Στα εμπορικά κέντρα της Ιταλίας η Φότζια μετά από κέρδη 25 ευρώ σε δύο συνεδριάσεις παρέμεινε την περασμένη εβδομάδα αμετάβλητη. Έτσι, τα πλέον ποιοτικά σιτάρια (ειδικό βάρος 78 kg/hl, υαλώδη 70%, πρωτεΐνη 12%) διαπραγματεύονται στα 340-345 ευρώ/τόνο επί αυτοκινήτου στην αποθήκη του εμπόρου, η δεύτερη ποιοτική κατηγορία (ειδικό βάρος 76 kg/hl, υαλώδη 50%, πρωτεΐνη 11%) στα 315-320 ευρώ/τόνο και η τρίτη (ειδικό βάρος 74 kg/hl, υαλώδη 30%, πρωτεΐνη 10,5%) στα 295-300 ευρώ/τόνο.

Μία μέρα νωρίτερα, οι τιμές στο Μπάρι είχαν ενισχυθεί κατά 10 ευρώ/τόνο, πρόκειται ωστόσο για αύξηση που η εν λόγω αγορά «χρωστούσε» από την προηγούμενη εβδομάδα, που δεν είχε δημοσιεύσει λίστα τιμών. 

Τέλος, ο νέος διαγωνισμός της Τυνησίας έκλεισε 30 δολάρια –και πλέον– κάτω από τον προηγούμενο, με τη χώρα να προμηθεύεται 50.000 τόνους παραδοτέους μεταξύ 25 Απριλίου-20 Μαΐου έναντι 383,93 δολ./τόνο (354,24 ευρώ/τόνο με την ισοτιμία της ημέρας) c&f.

ypaithros.gr



Δείτε επίσης:
 ^